Όταν το παιδί αρνείται να πάει στο σχολείο

Τι είναι η σχολική άρνηση;

Για ορισμένα παιδιά, το να πάνε στο σχολείο είναι μία εμπειρία ιδιαίτερα στρεσογόνα και επιφορτισμένη με αρνητικά συναισθήματα. Η σχολική άρνηση είναι μία από τις πιο συνηθισμένες φοβίες των παιδιών. Αναφέρεται στο φόβο τους να πάνε στο σχολείο και στη γενικότερη ανησυχία και άγχος που εκδηλώνουν όταν χρειάζεται να απομακρυνθούν από το σπίτι και τους γονείς τους για να μεταβούν στο σχολικό περιβάλλον, χωρίς όμως να υπάρχει ένας προφανής λόγος. Ο όρος αυτός επίσης, περιγράφει τη δυσκολία του παιδιού να παραμείνει στο σχολείο για μία ολόκληρη ημέρα καθώς και τη γενικότερη δυσφορία που εκδηλώνει σχετικά με το σχολείο (King & Bernstein, 2001; Atkinson, Quarrington & Cyr, 1985).

Η άρνηση του παιδιού να πάει στο σχολείο, συνήθως εκδηλώνεται κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας για το σχολείο το πρωί, με το παιδί να παρουσιάζει μία ποικιλία σωματικών συμπτωμάτων, όπως εμετό, διάρροια, ναυτία, καθώς και έντονο θυμό, επιθετικότητα ή κλάμα. Χαρακτηριστικό είναι ότι, τα συμπτώματα αυτά και οι συμπεριφορές, εκλείπουν σε περιόδους κατά τις οποίες το παιδί δεν πάει στο σχολείο όπως τα σαββατοκύριακα ή τις διακοπές (King & Bernstein, 2001).

Όπως γίνεται φανερό, η σχολική άρνηση συνίσταται σε μία σειρά συμπτωμάτων και συμπεριφορών του παιδιού οι οποίες στέκονται εμπόδιο στη συνεπή παρακολούθηση των σχολικών μαθημάτων. Η φοβία αυτή έχει αντίκτυπο στις σχολικές επιδόσεις του παιδιού ενώ παράλληλα αναστατώνει τους γονείς επειδή δε γνωρίζουν το αίτιο της συμπεριφοράς αυτής για να το βοηθήσουν (King & Bernstein, 2001; Atkinson, Quarrington & Cyr, 1985).

Πού μπορεί να οφείλεται;

Η σχολική άρνηση είναι μία φοβία η οποία μπορεί να οφείλεται σε ποικίλους και διαφορετικούς παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα το παιδί. Ένας τέτοιος παράγοντας μπορεί να είναι η υπερπροστατευτικότητα των γονιών η οποία εμποδίζει το παιδί να γίνει σιγά-σιγά ανεξάρτητο και να πιστέψει στις δικές του δυνάμεις. Έτσι, η υπερβολική προστασία των γονιών δυσκολεύει το παιδί να αυτονομηθεί και να είναι σε θέση να περάσει χρόνο μακριά τους. Κατά συνέπεια, η απομάκρυνση του δημιουργεί φόβο και δυσφορία αφού το σχολικό περιβάλλον φαντάζει εχθρικό.

Ένας άλλος πιθανός παράγοντας για την άρνηση του παιδιού να πάει στο σχολείο, είναι η πίεση που δέχεται το παιδί από τους γονείς του να είναι ο καλύτερος μαθητής. Πρόκειται δηλαδή για μη ρεαλιστικές προσδοκίες των γονιών για το παιδί σχετικά με τις σχολικές του επιδόσεις και για την αξίωση να είναι πάντα άριστος και πρώτος. Τέτοιου είδους αξιώσεις καλλιεργούν στο παιδί έντονο ανταγωνισμό και άγχος για να να ξεχωρίζει. Έτσι, στο πλαίσιο αυτό το παιδί συχνά συνδέει τη σχολική επιτυχία με την αποδοχή από τους γονείς του. Επομένως, το σχολικό περιβάλλον γίνεται ένα περιβάλλον για το παιδί ιδιαίτερα αγχογόνο και ανταγωνιστικό στο οποίο δε θέλει να επιστρέψει.

Σημαντικό ρόλο παίζει και ο παράγοντας το παιδί να έχει δεχτεί έντονα πειράγματα από τους συμμαθητές του ή ακόμα και σχολικό εκφοβισμό. Το γεγονός αυτό οδηγεί το σχολείο να μετατρέπεται σε μία αρνητικά συναισθηματικά φορτισμένη και δυσάρεστη εμπειρία.

Η σχολική άρνηση ακόμη, συναντάται και σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το παιδί έχει αλλάξει σχολείο και έχει πάει σε ένα άλλο, ή έχει προχωρήσει σε άλλη σχολική βαθμίδα. Η αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος μπορεί να προκαλέσει στο παιδί ανησυχία για το καινούργιο και το αβέβαιο (Atkinson, Quarrington & Cyr, 1985).

Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς στην περίπτωση της σχολικής άρνησης;

Καλό είναι οι γονείς να προσεγγίσουν το παιδί με κατανόηση και να προσπαθήσουν να συζητήσουν τι είναι αυτό που απασχολεί το παιδί. Η αυστηρή στάση των γονέων και η πίεση προς το παιδί είναι απαραίτητο να αποφευχθούν, γιατί με αυτές τις συμπεριφορές το παιδί θα νιώσει ότι δεν το καταλαβαίνουν και η ανησυχία του είναι πιθανό να ενταθεί.

Εάν η άρνηση του παιδιού επιμένει και οι γονείς νιώθουν ότι δεν μπορούν να βοηθήσουν καλό είναι να αναζητήσουν την υποστήριξη ενός ειδικού ψυχικής υγείας ο οποίος θα βοηθήσει το παιδί να διαχειριστεί τα αρνητικά του συναισθήματα για το σχολείο ενώ παράλληλα θα διευκολύνει τους γονείς να κατανοήσουν την οπτική του παιδιού και πώς να το χειριστούν.

Νίκος Τσακνάκης,

Κλινικός Ψυχολόγος Παιδιού και Εφήβου